Tuesday, October 4, 2011

Μεταμυθιστόρημα ?


"I am William Buelow Gould & my name is a song which will be sung."

Εγχειρίδιο Ιχθύων του Ρίτσαρντ Φλάναγκαν.


Θα αδικούσα το ‘μυθιστόρημα’ αυτό αν έλεγα ότι αποτελεί ένα από τα καλύτερα έργα που έχουν γραφτεί ποτέ. Ίσως μια πιο ακριβής περιγραφή, για να δικαιολογήσω και τα εισαγωγικά στη λέξη, να είναι ότι πρόκειται για το πρώτο κομμάτι από ένα καινούριο είδος, το ‘μεταμυθιστόρημα’. Αδόκιμος (και μάλλον κακόηχος) όρος, που όμως υποδηλώνει ότι το ‘Μυθιστόρημα σε 12 Ψάρια’, είναι αυτό που θα ήθελε να γίνει η λογοτεχνία όταν μεγαλώσει.

Όλα όσα γνωρίζουμε για τη λογοτεχνία, στο έργο αυτό του Φλαναγκαν, αναποδογυρίζονται με τον πιο υπόκωφο και υποβλητικό τρόπο, σε σημείο να μιλάμε πλέον για ένα καινούριο είδος αφήγησης, κάτι που έχει περιγράψει και ο ίδιος σε συνεντεύξεις του, την ‘κυκλική αφήγηση’. Αυτό δεν είναι κάτι θεμελιωδώς νέο, αποτελεί μάλλον τον πυρήνα μιας μακραίωνης παράδοσης που διαπερνά όλους τους πολιτισμούς λίγο – πολύ, αλλά ο Φλάναγκαν το αξιοποιεί με έναν όλως διόλου νέο τρόπο. Επίσης, ενώ έχει γίνει πολύς λόγος για την αφηγηματική του δεξιότητα και την καινοτομία στη δόμηση της ιστορίας και την εξέλιξη των περιστατικών που διεκτραγωδεί στο βιβλίο, κατά τη γνώμη μου αυτά αποτελούν όλα το περιτύλιγμα μόνο του πραγματικού έργου, που παραμένει άπιαστο και ρευστό και συνεχώς αναδιατυπούμενο, σαν ένα συγκλονιστικό πανανθρώπινο δημοτικό τραγούδι, που, όπως και το όνομα του ήρωα του βιβλίου, θα τραγουδιέται...

 Στις ελληνικές κριτικές του βιβλίου, έχει γίνει πολύς λόγος για τις ομοιότητες της πρόζας του Φλάναγκαν με εκείνη του Ραμπελαί κυρίως, αλλά και του Σουίφτ, του Λώρενς Στέρν και του Κόνραντ. Οι ομοιότητες αυτές είναι ανύπαρκτες και το μόνο που δείχνουν αυτές οι επισημάνσεις, είναι ότι η κριτική στην Ελλάδα είναι εξ’ ίσου μακριά νυχτωμένη, όπως και η λογοτεχνία. (Εγώ τουλάχιστον, δεν διάβασα πουθενά στην αγγλόφωνη κριτική κάτι σχετικό). Η ‘προσέγγιση’ αυτή είναι το ίδιο μυωπική και επιδερμική με μια προσέγγιση του στυλ: Η Μπαρτσελόνα και η ΑΕΚ, έχουν και οι δύο από ένδεκα παίκτες και μια μπάλα, άρα παίζουν το ίδιο παιχνίδι. Φυσικά δεν είναι έτσι, (δεν βρίσκω κάποιο γυναικείο αντίστοιχο πρόχειρο, αλλά καταλαβαίνετε κορίτσια...) καθώς τα επί μέρους ποιοτικά χαρακτηριστικά κάνουν και τη μεγάλη διαφορά στα πράγματα. Ενδεικτικά αναφέρω το Ραμπελαί, που στην πρόζα του (της περιόδου της Αναγέννησης), διακωμωδεί ήθη και καταστάσεις με καρικατούρες ανθρώπινων τύπων, κάτι αρκετά διαδεδομένο την εποχή εκείνη, δίνοντάς μας έξυπνες ατάκες και αντιδράσεις, που όμως τώρα πια, ανήκουν στο μουσείο της λογοτεχνίας και όχι στην τρέχουσα αφηγηματική οπτική. Αυτό φυσικά δεν είναι κατά κανένα τρόπο κατακριτέο για τον Ραμπελαί, αλλά η επιφανειακή αυτή ομοιότητα με την αφήγηση του Φλάναγκαν, δεν προσφέρει με κανένα τρόπο στην κατανόηση του  έργου του τελευταίου. Και ίσως το κλειδί για την κατανόηση αυτή, να είναι η προσέγγισή του χωρίς καμιά προκατάληψη από το παρελθόν.

Το μυθιστόρημα των ψαριών δεν μοιάζει με τίποτα άλλο, ούτε καν με τα υπόλοιπα έργα του συγγραφέα τους. Είναι σαν ένα παράξενο πλάσμα να προσγειώθηκε μπροστά μας και να άρχισε να μας μιλάει σε μια άγνωστη γλώσσα, που υπήρχε όμως πάντα μέσα μας και που την καταλαβαίνουμε χωρίς να καταλαβαίνουμε πως. Ο Φλάναγκαν πέτυχε να μας μεταδώσει όλη τη μαγεία των Αβοριγίνων που κάθονται γύρω από τη φωτιά και αφηγούνται τα μαγικά του σύμπαντος με το δικό τους τρόπο και με τα παιδιά να ακούνε με ορθάνοιχτα μάτια τους μεγαλύτερους που αφηγούνται ΤΗΝ ιστορία, την ίδια πάντα ιστορία, που ο κάθε μυθιστοριογράφος προσπαθεί να συλλάβει και να μεταδώσει πρώτος αυτός, αλλά που πάντα ξεφεύγει και γλιστράει σαν ψάρι στο νερό. Ένα στοιχείο που αποτελεί το κύριο συστατικό του σύμπαντος του Φλάναγκαν, που με το πρώτο του ήδη βιβλίο (The Death of a River Guide) μας έδωσε μια πολύ δυνατή γεύση του. Τα ψάρια στον κόσμο του Γκούλντ, αποτελούν την πλέον εύστοχη μεταφορά της πολυχρωμίας και της πολυπλοκότητας, αλλά και του ασύλληπτου της ανθρώπινης περιπέτειας, που εδώ, σε αυτό το βιβλίο ξεπερνάει τις διαστάσεις της δικής μας αρχαίας τραγωδίας, για να μετατραπεί σε κάτι που αναδύεται από την ιστορία της ανθρωπότητας για να γίνει το μέλλον της.

Κάτι που όσοι έχουν μάτια μπορούν να το δουν.

Δεν θα πρέπει να αμελήσω να αναφέρω την όψη του βιβλίου, ενός από τα ωραιότερα βιβλία που κυκλοφορούν και που ευτύχησε στην ελληνική έκδοση να αποδώσει πολύ πιστά το όραμα του συγγραφέα. Και σε αυτό τον τομέα, δεν είναι οι πραγματικές εικόνες των ψαριών, όπως είχαν ζωγραφιστεί από τον ίδιο τον Γκούλντ, ούτε η χρήση των διαφορετικών χρωμάτων μελανιών, που ταιριάζουν με την αφήγηση, (ένα εκπληκτικό εύρημα), που κάνουν τη διαφορά. Είναι η αίσθηση ότι ο Φλάναγκαν ολοκλήρωσε το αριστούργημά του με ένα εικαστικό τρόπο που και αυτός άνοιξε άλλον ένα καινούριο δρόμο στην τέχνη.

Το βιβλίο έγινε γενικά δεκτό με διθυράμβους από την κριτική, αλλά νομίζω ότι πολύ λίγοι αντιλήφθηκαν τις πραγματικές διαστάσεις του και το εκτόπισμά του. Ο αναγνώστης – τρια θα πρέπει να κρίνει ο ίδιος, όπως πάντα, το έργο και να σχηματίσει τη δική του άποψη. Ο πατέρας μιας φίλης, που διάβαζε και διαβάζει πολύ και που δεν του άρεσε πάρα πολύ το έργο του Φλάναγκαν, συνόψισε με την εξής ερώτηση προς την κόρη του: ‘Έχει αλλάξει η λογοτεχνία τώρα;’

Ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει για το βιβλίο του:
«Τότε δεν υπήρχε κόσμος, οπότε δεν μπορούσε να γίνει ένα βιβλίο. Υπήρχε όμως ένα βιβλίο, που είχε την αισχρή φιλοδοξία να γίνει ο κόσμος...»

No comments: