Πολυαναμενόμενο το τελευταίο βιβλίο του μεγάλου Ουμπέρτο, ο οποίος ξυρίστηκε εδώ και κάποιον καιρό και άλλαξε φάτσα εντελώς.
Η ιστορία που πραγματεύεται το βιβλίο, ακολουθεί το Σιμονίνι, ένα πολυπρόσωπο απατεώνα, σε περιπέτειες αυτή τη φορά στη Γαλλία των Κουμουνάρων.
Η ειδικότητα του Έκο είναι ο μεσαιώνας, αλλά φυσικά οι γνώσεις και η γενική του κατάρτιση, ειδικά σε σχέση με την Ευρωπαϊκή ιστορία, νομίζω ότι δεν μπορούν να συγκριθούν με κανενός άλλου. Μου έρχονται στο μυαλό ο Μπόρχες ή ο Ράνσιμαν, αλλά αυτοί δεν είχαν το πλεονέκτημα του διαδικτύου, που ο Έκο το έχει χρησιμοποιήσει από τη γέννησή του, αλλά και το έχει μελετήσει κι όλας. Επίσης, ενώ ο Μπόρχες ήταν διηγηματογράφος και ο Ράνσιμαν ιστορικός, ο Έκο είναι και τα δύο και πολλά άλλα ακόμα.
Τα δοκίμιά του έχουν κατακτήσει πια μια περίοπτη θέση στη γραμματεία του καιρού μας και συνιστούν εξαιρετικά ρηξικέλευθες ματιές στο αντικείμενό του το καθένα. Ενδεικτικά αναφέρω το κλασσικό ‘Κήνσορες και Θεράποντες’, την ‘Ποιητική του Τζέιμς Τζόυς’, τη ‘Θεωρία της Σημειωτικής’, την ‘Αποκάλυψη του Ιωάννη’, το ‘Τι πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει’, κλπ. Λέω κλπ, γιατί σε πολλά βιβλία του ο Έκο επαναλαμβάνεται, ή επαναπραγματεύεται, με άλλο ίσως μάτι, ζητήματα που τον έχουν απασχολήσει και αλλού, κυρίαρχο μεταξύ των οποίων ήταν και συνεχίζει να είναι η σημειολογία, ή σημειωτική, σταθερή του αναφορά από το 1962. Άνετα λοιπόν θα λέγαμε ότι είναι και γαμώ τους μορφωμένους, ή και τους μορφωμένους γαμώ, όπως θέλετε πείτε το.
Αυτό είναι και κάτι που φαινόταν πάντα στα έργα μυθοπλασίας που κυκλοφόρησε, αρχής γενομένης από το ‘Όνομα του Ρόδου’. Ακολούθησε το αριστουργηματικό ‘Εκκρεμές του Φουκώ’, που θεωρώ ότι αποτελεί σταθμό στη λογοτεχνία και ένα μυθιστόρημα – πρότυπο για ένα μεγάλο κομμάτι της λογοτεχνίας που γεννήθηκε και μεγάλωσε από το βιβλίο αυτό. (Και το Όνομα αποτέλεσε πρότυπο, αλλά το ίδιο είχε πολύ μικρότερο βεληνεκές).
Στο Εκκρεμές φαίνεται η απίστευτη ευρυμάθεια του συγγραφέα, αλλά σε αυτό το μυθιστόρημα η ιστορία προέχει και εξελίσσεται δυνατή, συγκλονιστική θα έλεγα, οδηγώντας μας μέσα από συναισθηματικά μπερδέματα και πολιτικές ίντριγκες του μυθιστορηματικού χρόνου του Έκο, σε ένα φινάλε που θεωρώ το δεύτερο καλύτερο που έχει γραφεί ποτέ. Τα ίδια, αλλά σε μικρότερο βαθμό ισχύουν και για το Όνομα του Ρόδου.
Μετά το εκκρεμές, άρχισε δυστυχώς ο κατήφορος της επιτυχίας. ‘Το Νησί της Προηγούμενης Μέρας’, ‘Μπαουντολίνο’, ‘Η Μυστυριώδης Φλόγα της Βασίλισσας Λοάννα’. Όλα πολύ κατώτερα των προσδοκιών και του ύψους των προηγούμενων επιτυχιών του. Το Μπαουντολίνο ειδικά, υπήρξε μια πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα ιδέα, μια ιδέα που αξιοποιούσε τις γνώσεις του για τον αρχαίο κόσμο και τους μύθους και τις παραδόσεις του με ένα ενδιαφέρον και πρωτότυπο εύρημα, αλλά που δεν συνιστούσε κατά κανένα τρόπο αξιόλογη έστω λογοτεχνία. Ποιο ήταν το πρόβλημα με αυτά τα βιβλία; Το ότι ο Έκο παρασύρθηκε από τις απέραντες γνώσεις του και άφησε την τραμπάλα να γείρει προς τη μεριά του διδακτισμού και της επίδειξης. Για να είμαι ακριβής, δεν πιστεύω ότι κάνει πραγματικά επίδειξη γνώσεων, απλώς, γνωρίζει τόσα πολλά ενδιαφέροντα πράγματα, που θεωρεί ίσως ότι πρέπει να γίνουν κτήμα και του ανθρώπου που δεν διαβάζει δοκίμια, αλλά μόνο λογοτεχνία. Και δεν είναι καθόλου αμελητέος αυτός ο ρόλος της λογοτεχνίας. Αλλά αυτή δεν είναι σπουδαία λογοτεχνία. Δεν είναι ίσως καν λογοτεχνία, με τον ίδιο τρόπο που ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός δεν κατάφερε ποτέ να γίνει τέχνη κανενός είδους.
Ο Έκο διέπραξε ένα σφάλμα νεότευκτου συγγραφέα: Παραμέλησε την ιστορία του - που στη μυθοπλασία θα πρέπει να έχει την απόλυτη πρωτοκαθεδρία - για χάρη του καθηγητή Έκο, που ήθελε να διδάξει σε εξακόσιες σελίδες, όλη την ιστορία (αλλά όλη λέμε, με κάθε λεπτομέρεια), της Κομμούνας του Παρισιού. Έτσι, χάνουμε το όποιο νήμα της ιστορίας, για χάρη λεπτομερειών που ούτε στην εποχή τους δεν είχαν μεγάλη σημασία, ενώ καταντάει και πάρα πολύ κουραστικός κατά τη γνώμη μου με την παράθεση της τελευταίας του αγάπης, των καταλόγων και των λιστών κάθε είδους με κάθε ευκαιρία. Βλέπουμε λίστες με ψώνια, με εχθρούς των Εβραίων, με πόλεις, με συνταγές, που παραθέτει με κάθε λεπτομέρειά τους, ούτε και θυμάμαι τι άλλο, αλλά η παράθεση μιας μεγάλης και κουραστικής λίστας κάθε πέντε σελίδες, εμένα προσωπικά με εξουθένωσε. Μετά τις πρώτες, διάβαζα μόνο την αρχή και το τέλος τους.
Δεν γνωρίζω αρκετά στοιχεία για τις πωλήσεις των έργων του, αλλά ξέρω ότι τα λογοτεχνικά του υπερέχουν συντριπτικά των επιστημονικών. Ίσως αποφάσισε ότι αφού ο κόσμος δεν διαβάζει δοκίμια, να μασκαρεύει τις επιστημονικές του αναζητήσεις σαν λογοτεχνία και να γίνονται έτσι αυτές κτήμα πολύ περισσοτέρων αναγνωστών. Μεγάλο λάθος, που υποβαθμίζει και την επιστημονική έρευνα και τη λογοτεχνία. Όταν το λογοτεχνικό κείμενο χρησιμοποιείται με αυτό τον προσχηματικό τρόπο για να μιλήσει κανείς για άλλα πράγματα, οποιουδήποτε είδους, το αποτέλεσμα είναι αυτό του ‘Κοιμητηρίου’: η αποτυχία. Για του λόγου το αληθές, δείτε τη ζωή (ή το ‘ταξίδι’, όπως λέγεται στην ιδιόλεκτο των λογοτεχνών) των βιβλίων που ακολούθησαν το εμβληματικό ‘Εκκρεμές’. Το απόλυτο τίποτα, που θα καταπιεί και το τελευταίο αυτό αυτιστικό έργο του μεγάλου συγγραφέα. Ο τελευταίος αυτός χαρακτηρισμός ίσως να μην είναι και τόσο ακριβής, καθώς ένας μεγάλος συγγραφέας δεν θα έπρεπε να ακυρώσει με αυτό τον τρόπο το προηγούμενο έργο του. Φαίνεται όμως ότι αυτή είναι η μοίρα των περισσοτέρων μεγάλων στο είδος τους, όπως είχα γράψει πρόσφατα κάτι αντίστοιχο για τους σκηνοθέτες.
Τελικά, ίσως η κατάρα της επιτυχίας να πέφτει επάνω σε κάθε επιτυχημένο, σαν ανταποδοτικό τέλος του θεού για την εύνοια που έδειξε στο εν λόγω παιδί του. Άγνωστες οι βουλές του. Ο Έκο πάντως με την αστοχία που συνιστά η τελευταία του δουλειά με έπεισε για το ότι δεν χρειάζεται να ξαναδιαβάσω κάτι δικό του πια. Ότι είχε να πει το είπε.
Όπως είπε και ο μεγάλος Γούντυ Άλεν, ‘Ο Θεός είναι σιωπηλός. Το πρόβλημα είναι να κάνουμε τον άνθρωπο να το βουλώσει...’
No comments:
Post a Comment